ἀγαστῆς

ἀγαστῆς
ἀγαστός
admirable
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αγαστύας ή Αγαστής — Πρόσωπο της ινδικής μυθολογίας, για το οποίο γίνεται λόγος στους βεδικούς ύμνους. Ήταν γιος θεών και προσωποποίηση του θεού της φωτιάς. Έκανεπολλά θαύματα, νίκησε σε πολέμους υποτάσσοντας το νότιο τμήμα της Ινδίας και διέδωσε εκεί τον βραχμανισμό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”